Από τον Ιούλιο του 2005 έως τον Δεκέμβριο του 2007 από την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας της Οδικής Κυκλοφορίας (National Highway Traffic Safety Administration NHTSA) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής διερευνήθηκαν 5.471 περιπτώσεις τραυματισμών από τροχαία ατυχήματα. Τα αποτελέσματα της έρευνας επέτρεψαν μια σύγκριση μεταξύ των φυσικών αποδείξεων και των μαρτυρικών καταθέσεων όσων είχαν εμπλακεί στα ατυχήματα. Οι ειδικοί της NHTSA αξιολόγησαν τα δεδομένα προκειμένου να καθορίσουν τους παράγοντες που είναι περισσότεροι υπεύθυνοι για τις συγκρούσεις.

Οι παράγοντες αυτοί κατηγοριοποιήθηκαν σε σφάλματα που οφείλονται στον οδηγό, στην κατάσταση του οχήματος, σε βλάβες στα συστήματα των οχημάτων, στις δυσμενής περιβαλλοντολογικές συνθήκες ή στον σχεδιασμό των οδών.

Συνολικά τα οχήματα τα οποία ταξίδευαν με μεγαλύτερη ταχύτητα από την επιτρεπόμενη πριν την κρίσιμη στιγμή της σύγκρουσης, μετρήθηκαν μόνο σε 5%. Οι συχνότεροι πιο κρίσιμοι παράγοντες που παρατηρήθηκαν και που περιλαμβάνει το 22% των ατυχημάτων, είναι αυτοί που οδηγούσαν στην άκρη του οδοστρώματος και το 11% αυτοί που οδηγούσαν ακατάλληλα στην κεντρική γραμμή.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ταχύτητα δεν αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην ανασυγκρότηση των τροχαίων ατυχημάτων. Οι παραβιάσεις της ταχύτητας συσχετίζονται με το 39% των θανατηφόρων συγκρούσεων και αποτελούν τον κρίσιμο αιτιώδη παράγοντα για το 14% των θανατηφόρων ατυχημάτων.

Και ενώ η ταχύτητα μπορεί να μην είναι ο πλέον διαδεδομένος αιτιώδεις παράγοντας για ένα τροχαίο ατύχημα, πολλοί γιατροί πιστεύουν ότι οι συγκρούσεις στο πίσω του οχήματος με πολύ χαμηλές ταχύτητες όπως με 8 klm/h μπορούν να προκαλέσουν τραυματισμό στον αυχένα (λαιμό).

Η συνολική ταχύτητα μετατόπισης ενός οχήματος όπως αυτό είναι ίση με το γινόμενο της σταθεράς 15,649 επί την τετραγωνική ρίζα του γινομένου της απόστασης ολίσθησης του οχήματος επί του συντελεστή τριβής.

Η ενέργεια που απαιτείται για να προκαλέσει μόνιμη παραμόρφωση ενός οχήματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό της ταχύτητας με την οποία κινείτο το όχημα κατά την στιγμή της σύγκρουσης.

Οι ειδικοί της ανακατασκευής των τροχαίων ατυχημάτων μπορούν να χρησιμοποιούν τις δοκιμές σύγκρουσης (crash tests) που κάνουν οι κατασκευαστές για να μάθουν ποιος είναι ο συντελεστής δυσκαμψίας (παραμόρφωσης) ενός οχήματος όπως έχουν ορισθεί από τηνNHTSA ή την IIHS.

Αυτοί οι συντελεστές δυσκαμψίας επιτρέπουν την ανακατασκευή της σύγκρουσης για να ορίσουν την ισοδύναμη ταχύτητα που απαιτείται για να προκαλέσει ζημιά εάν μετρηθεί ανάλογα το προφίλ της επιφάνειας του οχήματος ή οι διαστάσεις.

Η παραπάνω εικόνα δείχνει 5 μετρήσεις σύγκρουσης (C1-C5)